φυτογραφία

φυτογραφία
η фитография, описание растений

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "φυτογραφία" в других словарях:

  • φυτογραφία — η, Ν η περιγραφή τών διαφόρων φυτών. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. phytography < φυτόν + γραφία*. Η λ. μαρτυρείται από το 1799 στον Ανθ. Γαζή] …   Dictionary of Greek

  • φυτογραφία — η κλάδος της βοτανικής που ασχολείται με την περιγραφή των φυτών …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φυτογραφικός — ή, ό, Ν αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη φυτογραφία. [ΕΤΥΜΟΛ. < φυτογραφία. Το επίθ. μαρτυρείται από το 1876 στον Θεόδ. Αφεντούλη] …   Dictionary of Greek

  • φυτογραφικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη φυτογραφία (βλ. λ.), που είναι της φυτογραφίας: Φυτογραφική μελέτη …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»